Βιταμίνες

vitaminsΟι βιταμίνες είναι απαραίτητες ουσίες που προσλαμβάνονται σε μικρές ποσότητες με τη διατροφή και τελούν έναν ρόλο ρυθμιστικό στη λειτουργία των κυττάρων.

Προσλαμβάνονται έτοιμες από τη διατροφή ή παράγονται – τροποποιούνται από τον οργανισμό. Για  παράδειγμα η βιταμίνη D παράγεται ενδογενώς σε άτομα που έχουν επαρκή έκθεση στον ήλιο, ενώ η συμπληρωματική της πρόσληψη χρειάζεται μόνο όταν η έκθεση στον ήλιο δεν είναι επαρκής.

Πολλές βιταμίνες επίσης έχουν τρόπο δράσης μέσα στον οργανισμό παρόμοιο με αυτό των ορμονών με αποτέλεσμα να είναι απαραίτητες για τη σωστή λειτουργία του ενδοκρινικού συστήματος και κατ’ επέκταση του οργανισμού.

ΒΙΤΑΜΙΝΗ Α 

Παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και τον σχηματισμό των οστών, στην υγεία του δέρματος και της όρασης και στην ισχυροποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος, της άμυνας δηλαδή του οργανισμού.

Βρίσκεται σε αφθονία στα ψάρια, στα αβγά των ψαριών και κυρίως στο μουρουνέλαιο, στο βούτυρο, στο γάλα και στο ήπαρ διαφόρων ζώων.

Στα διάφορα φυτά δεν βρίσκεται αυτούσια αλλά πολλά λαχανικά και φρούτα περιέχουν τον ενεργό πρόδρομό της την β-καροτίνη ή προβιταμίνη Α.
Οι απαιτήσεις του ανθρώπινου οργανισμού σε βιταμίνη Α είναι περίπου 3-5000 ΙU την ημέρα που θεωρούνται πολύ μικρά ποσά.

Συμπτώματα έλλειψης της βιταμίνης Α είναι, ότι τα μάτια γίνονται πολύ ευαίσθητα στο φως, ενώ περιορίζεται ή και σταματά η έκκριση δακρύων, που τα υγραίνουν, ενώ προκαλούνται αλλοιώσεις και μολύνσεις στον κερατοειδή χιτώνα του οφθαλμικού βολβού, νυχτερινή τύφλωση (ανικανότητα να βλέπουμε στο σκοτάδι), φλεγμονές βλεννογόνων, αναπνευστικές μολύνσεις, φτωχή ποιότητα μαλλιών, ήπιες δερματικές παθήσεις. Μπορεί ακόμα, να οδηγήσει σε κακό σχηματισμό των δοντιών και σε ανεπαρκή αύξηση των οστών. Στα βρέφη και στα παιδιά έλλειψη της βιταμίνης μπορεί να προκαλέσει ξηροφθαλμία.

Υπερβολική δόση βιταμίνης Α, με ποσότητες που υπερβαίνουν τα 25.000 ΙU την ημέρα, μπορεί να έχει πολύ δυσάρεστες συνέπειες. Καθώς η βιταμίνη είναι λιποδιαλυτή, δεν αποβάλλεται από τον οργανισμό, αλλά αποθηκεύεται στο ήπαρ, όπου, τελικά, μπορεί να ανέλθει σε τοξικά επίπεδα. Προκαλεί ναυτίες, απώλεια όρεξης, ξηρή κνησμώδης επιδερμίδα, πτώση των μαλλιών, πόνος στα οστά, υπνηλία και υπερβολική κόπωση. Η υπερβιταμίνωση μπορεί να προέλθει από υπερβολική χρήση βιταμινούχων σκευασμάτων.

Θεραπευτικές χρήσεις. Ακμή, έκζεμα, ψωρίαση, καρκίνος του δέρματος, γαστρικά έλκη, νυχτερινή τύφλωση.

ΒΙΤΑΜΙΝΗ C ή ΑΣΚΟΡΒΙΚΟ ΟΞΥ

Είναι πιθανώς η πιο γνωστή βιταμίνη. Συχνότερα συνδέεται με τα εσπεριδοειδή και είναι γνωστό για τη δυνατότητά της να προάγει το ανοσοποιητικό σύστημα, αυξάνοντας την αντίσταση του σώματος στις μολύνσεις όπως το κρύο και τη γρίπη το χειμώνα.

Αλλά πολλοί άνθρωποι δεν ξέρουν είναι ότι η βιταμίνη C είναι ένα αντιοξειδωτικό που εκτελεί ποικίλους ρόλους στο σώμα. Βοηθά στην υγεία των ούλων και των δοντιών, στο κλείσιμο των πληγών.

Ακόμη αντιδρά με τις ελεύθερες ρίζες και μέσω αυτού του μηχανισμού, η βιταμίνη συμμετέχει στην προστασία του σώματος από πολλές ασθένειες.
Η βιταμίνη C διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στο σχηματισμό του κολλαγόνου, στην συνθεση καρνιτίνης, προάγει την εντερική απορρόφηση του σιδήρου συμμετέχει στο σχηματισμό των δοντιών, των οστών του δέρματος και των τενόντων.

Συμβάλλει στην επούλωση των τραυμάτων και στην διέγερση του μηχανισμού παραγωγής λευκών αιμοσφαιρίων στην απορρόφηση του σιδήρου από τις τροφές και στον σχηματισμό των ερυθρών αιμοσφαιρίων του αίματος.

Η κυριότερη πηγή είναι τα εσπεριδοειδή. Άλλες πηγές είναι, μούρα, πράσινες πιπεριές, μπρόκολο, φράουλες, ακτινίδια λάχανο, κουνουπίδι, κ.α.

Η απαιτούμενη ημερήσια δόση είναι 60mg (Οι απαιτήσεις για τους καπνιστές αυξάνονται σε 80mg). Ανώτερο ασφαλές επίπεδο για ημερήσιο συμπλήρωμα = 2000mg

Σημάδια ανεπάρκειας βιταμίνης C

Είναι πιθανό να πάσχετε από ανεπάρκεια βιταμίνης C εάν καπνίζετε, εκτίθεστε στη ρύπανση, είστε κάτω από stress, αναρρώνετε από ασθένεια ή χειρουργική επέμβαση, παίρνετε ασπιρίνη τακτικά. Ανορεξία, αιμορραγίες από τα ούλα, ανεπαρκή επούλωση τραυμάτων, ευαισθησία σε μολύνσεις, ατονία, άλγος στις αρθρώσεις μπορούν να είναι συμπτώματα έλλειψης της βιταμίνης.

Υπερβολική δόση βιταμίνης C

Η λήψη περισσότερων από 5000mg ή περισσότερων μπορεί να προκαλέσει τοξικά φαινόμενα όπως διάρροια και μπορεί να είναι επιβλαβής στο συκώτι. Οι άνθρωποι που πάσχουν από πέτρες στα νεφρά πρέπει να αποφύγουν τις μεγάλες δόσεις.

Θεραπευτικές χρήσεις. Λοιμώξεις ( μεγάλες δόσεις  1g/ημέρα μπορούν να μειώσουν τα συμπτώματα του κρυολογήματος),  επούλωση των πληγών και καταγμάτων  μετά από χειρουργική επέμβαση,  επούλωση των ούλων. Βοηθητική για τη θεραπεία της αναιμίας (λόγω της στενής σύνδεσης της βιταμίνης αυτής με το μεταβολισμό του σιδήρου), ενδυνάμωση των ευπαθών τριχοειδών αγγείων. Επίσης μπορεί να ωφελήσει τους πάσχοντες από οστεοαρθρίτιδα, πιθανώς μέσω του ρόλου της στην παραγωγή του κολλαγόνου. Φαίνεται να ανακουφίζει το άλγος και τη δυσκαμψία σε μερικά άτομα.

Βιταμίνη Β12 (Κοβαλαμίνη).

Είναι μια υδροδιαλυτή βιταμίνη που εκτελεί ποικίλους στόχους μέσα στο σώμα, είναι απαραίτητη για την παραγωγή των ερυθρών και των λευκών κυττάρων του αίµατος, καθώς και για τη φυσιολογική ανάπτυξη και συντήρηση του νευρικού ιστού.Εµπλέκεται στην ανακύκλωση των συνενζύµων του φυλλικού οξέος και στην αποσύνθεση της βαλίνης.Απαιτείται, επίσης, για την αναπαραγωγή των κυττάρων, την αιµοποίηση και τη σύνθεση των νουκλεοπρωτεϊνών.

Βοηθά την νεανική ανάπτυξη και διατηρεί υγιές το νευρικό σύστημα, βοηθά στον σχηματισμό της αιμοσφαιρίνης, βοηθά να μείνουν τα νεύρα υγιή με τη διαδραμάτιση ενός ζωτικής σημασίας ρόλου στο σχηματισμό και τη συντήρηση της μυελίνης, ένα προστατευτικό στρώμα γύρω από κάθε νεύρο, το οποίο επιτρέπει τη γρήγορη μετάδοση των ερεθισμάτων.

Η βιταµίνη Β12 είναι ο γενόσηµος όρος που χρησιµοποιείται για να περιγράψει εκείνες τις ενώσεις, οι οποίες παρουσιάζουν τη βιολογική δράση της κυανοκοβαλαµίνης. Περιλαµβάνει µια ποικιλία συστατικών που περιέχουν κοβάλτιο, και τα οποία είναι γνωστά ως κοβαλαµίνες. Η κυανοκοβαλαµίνη και η υδροξυκοβαλαµίνη είναι οι δυο βασικές µορφές της βιταµίνης Β12 στην κλινική χρήση.

Η βιταμίνη B12 βρίσκεται στο  κρέας, πουλερικά, ψάρια, αυγά, ανεπεξέργαστοι υδατάνθρακες, γαλακτοκομικά προϊόντα και ενισχυμένα δημητριακά.

3-4 mcg είναι η ημερήσια δόση (RDA), αλλά μερικές έρευνες προτείνουν 2.5-25mcg καθημερινά στα παιδιά και 15-50mcg στους ενηλίκους για καλύτερη υγεία.

Η έλλειψη της βιταµίνης Β12 οδηγεί στην εµφάνιση µακροκυτταρικής και µεγαλοβλαστικής αναιµίας. Τα συµπτώµατα περιλαµβάνουν νευρολογικές διαταραχές (εξαιτίας της αποµυελινοποίησης της σπονδυλικής στήλης, του εγκεφάλου και των οπτικών και περιφερικών νεύρων), και λιγότερο συγκεκριµένα συµπτώµατα, όπως αδυναµία, ερεθισµένη γλώσσα, δυσκοιλιότητα και ορθοστατική υπόταση. Ψυχολογικές διαταραχές της έλλειψης Β12 είναι δυνατόν να εκδηλωθούν κατά την παρουσία αναιµίας (ιδιαίτερα στους ηλικιωµένους). Η κακοήθης αναιµία είναι µια συγκεκριµένη µορφή αναιµίας, η οποία προκαλείται από έλλειψη ενδογενούς παράγοντα (όχι από ελλιπή πρόσληψη βιταµίνης Β12 από τη διατροφή). Άνθρωποι µε περιορισµένη δυνατότητα απορρόφησης της βιταµίνης Β12, αναπτύσσουν ανεπάρκεια/έλλειψη µέσα σε δύο µε τρία χρόνια. Αυστηροί χορτοφάγοι (µε κίνδυνο διαιτητικής ανεπάρκειας, αλλά µε φυσιολογική απορροφητική ικανότητα) µπορεί να µην εµφανίσουν συµπτώµατα για 20-30 χρόνια.

Υψηλή δοσολογία Β12. Το ασφαλές ανώτερο όριο είναι 3000mcg ανά ημέρα.

Θεραπευτικές χρήσεις. Συµπληρώµατα βιταµίνης Β12 µπορεί να είναι απαραίτητα σε χορτοφάγους. Η βιταµίνη Β12 βρίσκεται µόνο σε ζωικά προϊόντα και σε ορισµένες τροφές εµπλουτισµένες µε τη βιταµίνη. Αν οι χορτοφάγοι δεν καταναλώνουν τακτικά µια τροφή πλούσια σε βιταµίνη Β12, τότε χρειάζονται απαραιτήτως συµπλήρωµα. Αυτό αφορά κυρίως τις γυναίκες χορτοφάγους κατά την περίοδο της εγκυµοσύνης, καθώς το βρέφος µπορεί να εκδηλώσει ανεπάρκεια. Βρέφη τα οποία θηλάζουν και των οποίων οι µητέρες δεν προσλαµβάνουν τροφές πλούσιες σε Β12 πρέπει να λάβουν συµπληρώµατα. Η έλλειψη της βιταµίνης Β12 αποτελεί παράγοντα κινδύνου για τους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας και µπορεί να συμβάλλει στην εµφάνιση άνοιας. Τέλος, βοηθάει ασθενείς που πάσχουν από διαβητική νευροπάθεια και στοµατικά έλκη.

ΒΙΤΑΜΙΝΗ Ε ΤΟΚΟΦΕΡΟΛΗ

Είναι ένα ισχυρό αντιοξειδωτικό. Είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη που αποθηκεύεται στο σώμα για σύντομο χρονικό διάστημα και απαιτείται εξωτερική λήψη.

Στην φύση έχει βρεθεί ότι υπάρχουν 8 τοκοφερόλες με τις φυσιολογικές ιδιότητες της βιταμίνης Ε. Μετριέται σε διεθνείς μονάδες (IU). 1,49IU ισοδυναμεί με 1mg.

Από τις τοκοφερόλες που προσλαμβάνουμε με τις τροφές το 35% απορροφούνται ενώ το υπόλοιπο 65% αποβάλλεται με τα κόπρανα.

Η α-τοκοφερόλη (βιταμίνη Ε) εντοπίζεται στο συκώτι, στο λιπώδη ιστό, την υπόφυση, στα επινεφρίδια, στη μήτρα και στους όρχεις.
Η βιταμίνη Ε είναι ένα πολύ σημαντικό αντιοξειδωτικό. Οι ιδιότητές της είναι ζωτικής σημασίας για τις μεμβράνες των κυττάρων των ιστών που έχουν υψηλή συγκέντρωση σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (PUFAs), παραδείγματος χάριν του εγκεφάλου, του νευρικού συστήματος και των πνευμόνων. Bοηθά στην προστασία των PUFAs και άλλων λιπαρών ουσιών, όπως της χοληστερόλης, από την οξείδωση που προκαλούν οι ελεύθερες ρίζες (υψηλής δραστικότητας παραπροϊόντα του μεταβολισμού, που προέρχονται επίσης από περιβαλλοντικές πηγές).
Ως ένα αντιοξειδωτικό θρεπτικό συστατικό, η βιταμίνη Ε βοηθά στην αποτροπή της μετατροπής των νιτρωδών που περιέχονται στα καπνιστά και παστωμένα (αλατισμένα) τρόφιμα και στα τουρσιά σε νιτροζαμίνες (πιθανόν καρκινογόνες ουσίες) στο στομάχι.

Ως αντιοξειδωτικό, η βιταμίνη Ε δρα σε στενή συνεργασία με τη βιταμίνη C.

Η βιταμίνη Ε έχει ισχυρή αντιοξειδωτική δράση στο σώμα προστατεύοντας ειδικά τα λιπίδια των κυτταρικών μεμβρανών. Τα λιπίδια είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στην οξείδωση από τις ελεύθερες ρίζες. Λόγω της αντιοξειδωτικής της δράσης, η βιταμίνη Ε μπορεί επίσης να μειώσει την απαίτηση σε οξυγόνο των μυών και ως εκ τούτου να αυξήσει την ικανότητα σωματικής άσκησης. Επίσης, βοηθά στην επούλωση των πληγών και προστατεύει από αθηροσκλήρωση και θρόμβωση. Η βιταμίνη Ε παίζει σημαντικό ρόλο στην υγεία του νευρικού συστήματος και βοηθά στην πρόληψη της εκφύλισης των νεύρων και των μυών. Η βιταμίνη Ε μπορεί επίσης να παίξει σημαντικό ρόλο στη διέγερση της ανοσοποιητικής απόκρισης.

Πηγές της βιταμίνης  Ε είναι τα φυτικά έλαια και κυρίως του σίτου (200-300mg/100 g) που συμβαίνει να είναι και πλούσια σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα. Το ηλιέλαιο, οι ηλιόσποροι, τα καρύδια, τα φουντούκια, τα αμύγδαλα, τα αχλάδια το αβοκάντο και τα σκούροχρωμα λαχανικά όπως το σπανάκι. Επίσης το γάλα τα αυγά και το κρέας.

Η ημερήσια δόση είναι καθορισμένη στα 30 IU.

Έλλειψη της βιταμίνης Ε μπορεί να προκαλέσει στειρότητα στον ανδρικό πληθυσμό και αποβολές στον γυναικείο. Εκφύλιση και ίνωση των μυών (μια κατάσταση παρόμοια με τη μυική δυστροφία) κ.α. H χρόνια έλλειψη θεωρείται ότι συμβάλλει στην εμφάνιση καρκίνου και καρδιοπαθειών. Στα παιδιά, η κακή απορρόφηση των λιπών μπορεί να οδηγήσει σε έλλειψη βιταμίνης Ε, η οποία χαρακτηρίζεται από ανώμαλη ανάπτυξη των ερυθρών αιμοσφαιρίων.

Υπερβολική δόση βιταμίνης Ε  Ανώτατο ασφαλές όριο ημερήσιου συμπλήρωματος : 1200 i.u. Επίπεδα βιταμίνης Ε (d-Α-τοκοφερόλης) υψηλότερα από 1200i.u  έχουν περιστασιακά συσχετιστεί με συμπτώματα όπως ή κόπωση, η ναυτία, ήπια γαστρεντερικά προβλήματα, ταχυπαλμίες και παροδική αύξηση της πίεσης του αίματος. Αυτά τα συμπτώματα είναι αναστρέψιμα.

Θεραπευτικές χρήσεις βιτμίνης Ε . Η λήψη συμπληρωμάτων με βιταμίνη Ε συνιστάται  για την πρόληψη πολλών παθολογικών καταστάσεων : Καρδιακές παθήσεις, διαταραχές στο κυκλοφορικό, ινοκυστική νόσος μαστού, στο κάπνισμα, στο προεμμηνορροϊκό σύνδρομο – PMS, μετεγχειρητική επούλωση των πληγών, κιρσοί,νόσος Αλτσχάιμερ, στεφανιαία νόσος (μεταβάλλοντας  το μέγεθος της στεφανιαίας αθηρωματικής πλάκας), νόσο του Πάρκινσον.

ΒΙΤΑΜΙΝΗ D ή ΚΑΛΣΙΤΡΙΟΛΗ

 Είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη και παράγεται φυσικά στο δέρμα μέσω της δράσης του ηλιακού φωτός στη χοληστερόλη. Υπό ιδανικές συνθήκες δεν απαιτείται η πρόσληψή της με τις τροφές, μεταφέρεται δε με το αίμα σε άλλες θέσεις στο σώμα όπου ενεργοποιείται από ένζυμο και λαμβάνει μέρος σε πολλές δράσεις. Εξασφαλίζει ισχυρά οστά βοηθώντας την συγκέντρωση του ασβεστίου και του μαγνήσιου στα κόκκαλα. Είναι επίσης απαραίτητη για την απορρόφηση του ασβεστίου από τα τρόφιμα.

Προλαμβάνει τη ραχίτιδα. Η βιταμίνη D μετατρέπεται στο σώμα σε 1,25 διυδροξυχοληκαλσιφερόλη, η οποία μαζί με την καλσιτονίνη και την παραθορμόνη ρυθμίζει τη συγκέντρωση του ασβεστίου στο πλάσμα του αίματος. Η μορφή αυτή κατατάσσεται από πολλούς συγγραφείς στις ορμόνες, λόγω του ότι ο τρόπος δράσης της μοιάζει μ’ αυτόν των στεροειδών ορμονών. Όλες οι λειτουργίες της βιταμίνης D σχετίζονται με την «ορμονική» της δράση.

Η κύρια δράση της βιταμίνης D είναι η αύξηση του επιπέδου του ασβεστίου στο αίμα μέσω της προώθησης της απορρόφησης του ασβεστίου και του φωσφόρου από το έντερο, καθώς και μέσω της απελευθέρωσης των μετάλλων αυτών από τα οστά. Προκειμένου να διατηρηθεί η φυσιολογική αναλογία ασβεστίου/φωσφόρου στο σώμα, η βιταμίνη D αυξάνει επίσης την έκκριση φωσφόρου, αλλά όχι ασβεστίου, από τα νεφρά.

Πηγές βιταμίνης D Τα έλαια συκωτιού του τόνου, της μουρούνας, ο κρόκος του αυγού, οι ρέγγες , το σκουμπρί, οι σαρδέλες και ο σολομός, καθώς επίσης η πέστροφα και ο τόνος, και στο γάλα. Ειδικότερα το εμπλουτισμένο γάλα με βιταμίνη D θεωρείται η καταλληλότερη πηγή για τα παιδιά, γιατί καλύπτει τις ημερήσιες ανάγκες τους σε D ενώ είναι πλούσιο σε ασβέστιο και σε φώσφορο.

Ημερήσια Δόση. Η συνιστώμενη ημερήσια δόση (RDA) είναι για παιδιά και νέους 200IU. Στον ενήλικα δεν μεγαλώνουν οι ανάγκες εφόσον διατρέφεται σωστά και εκτίθεται στον ήλιο. Κατά την περίοδο της ανάπτυξης, της εγκυμοσύνης και της γαλουχίας οι ανάγκες σε ασβέστιο και βιταμίνη D αυξάνονται και πρέπει να χορηγείται εξωγενής βιταμίνη D.

Σημάδια ανεπάρκειας. Η έλλειψη οδηγεί σε εμφάνιση δυσμορφιών των οστών, αλλαγή στην σκληρότητα των οστών.

Η έλλειψη βιταμίνης D κατά την παιδική ηλικία οδηγεί σε ανάπτυξη ραχίτιδας. Η ραχίτιδα μπορεί να εμφανιστεί πρόωρα σε ηλικία μόλις δύο μηνών, όταν οι πηγές του κρανίου παραμένουν ανοιχτές και το τοίχωμα του κρανίου είναι λεπτό (κρανιόφθιση - craniotabes). Επίσης, μπορεί να καθυστερήσει τη δημιουργία των πρώτων δοντιών και να επηρεαστεί η όρθια στάση. Οι ραχίτιδες δημιουργούν διεύρυνση στα άκρα των μακρών οστών, με αποτέλεσμα να σχηματίζεται μια χαρακτηριστική κύρτωση στα πόδια όταν το παιδί αρχίσει να περπατά. Επίσης στους ενήλικες, η έλλειψη βιταμίνης D οδηγεί σε οστεομαλακία. Η ασθένεια αυτή είναι κατά κύριο λόγο ίδια με τη ραχίτιδα, αλλά τα συμπτώματά της είναι λίγο διαφορετικά, καθώς τα οστά δεν αναπτύσσονται πλέον. Στην οστεομαλακία εμφανίζεται λέπτυνση και εξασθένιση των οστών, ενώ μπορούν να εμφανιστούν και αυτόματα κατάγματα. Σε γυναίκες που δεν έχουν ικανοποιητικό απόθεμα βιταμίνης D μετά την εμμηνόπαυση, μπορεί να αυξηθεί η συχνότητα οστεοπόρωσης (εύθραυστα οστά) και κατάγματος του ισχίου.

Υπερβολική δόση. Σε μεγάλες ποσότητες μπορεί να οδηγήσει στην πρόκληση κινητοποίησης του αποθηκευμένου ασβεστίου. Αυτά τα τοξικά φαινόμενα εκδηλώνονται όταν η λήψη της βιταμίνης ξεπερνάει τα 3.000 IU/kg/ημέρα για πολλούς μήνες.

Νέες έρευνες για τη βιταμίνη D. Τα χαμηλά επίπεδα βιταμινών D έχουν συνδεθεί ήδη με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης οστεοπόρωσης, υψηλής πίεσης αίματος, διαβήτη και καρκίνου. Εντοπίστηκε ακόμη σχέση μεταξύ της βιταμίνης D και της καλής λειτουργίας των πνευμόνων. Η έρευνα επίσης έχει δείξει ότι τα συμπληρώματα βιταμίνης D μπορούν να βοηθήσουν στην αποτροπή καταγμάτων σε ηλικιωμένους.

ΣΙΔΗΡΟΣ Fe : η πιο συχνή διατροφική έλλειψη στον κόσμο και ίσως η πιο συχνή αιτία τριχόπτωσης ειδικά στις νεαρές γυναίκες λόγω κυρίως της εμμήνου ρύσεως. Παράλληλα υπάρχει σχεδόν πάντοτε και έλλειψη φερριτίνης που είναι η αποθήκη του οργανισμού για το σίδηρο.

ΣΕΛΉΝΙΟ SE :  πολύ σημαντικό ιχνοστοιχείο το οποίο χρειάζεται για την παραγωγή τουλάχιστον 35 πρωτεïνών στον οργανισμό. Προκαλεί τριχόπτωση η υπερδοσολογία η οποία μπορεί να γίνει μόνο φαρμακευτικά.

Οι φυσικές πηγές σελήνιου είναι το κρέας, πολλά λαχανικά καθώς και οι ξηροί καρποί.

ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΣ Zn : το βρίσκουμε κυρίως στο κρέας και το ψάρι. Η έλλειψή του μπορεί να προκαλέσει τριχόπτωση και οφείλεται κυρίως σε νοσήματα δυσαπορρόφησης από το έντερο, σε εγκυμοσύνη, κυστική ίνωση, όπως και υπερβολική λήψη κάποιων δημητριακών ( περιεχουν κάποιες ουσίες που εξουδετερώνουν την απορρόφηση του Zn.

ΙΩΔΙΟ
Το ιώδιο είναι ένα βασικό στοιχείο που εμπλέκεται στη φυσιολογική αύξηση και ανάπτυξη και προέρχεται από το έδαφος και τη θάλασσα.
Το ιώδιο αποτελεί μέρος των ορμονών θυροξίνη και τριιωδοθυρονίνη, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη διατήρηση του μεταβολικού ρυθμού, του κυτταρικού μεταβολισμού και της συνοχής του συνδετικού ιστού.

Το σώμα περιέχει από 20 έως 50mg ιωδίου, κυρίως συγκεντρωμένου στο θυρεοειδή αδένα που βρίσκεται στη βάση του λαιμού. Κάθε ποσότητα ιωδίου στη διατροφή απορροφάται γρήγορα από τον εντερικό σωλήνα, κυρίως υπό μορφή ιωδιδίου (iodide) και αποθηκεύεται στο θυρεοειδή μέχρι να χρειαστεί. Στο θυρεοειδή αδένα, το ιωδίδιο οξειδώνεται σε ιώδιο αφού συνδυαστεί με το αμινοξύ τυροσίνη και μετατρέπεται σε θυροξίνη, η οποία αποθηκεύεται μέχρι να χρησιμοποιηθεί. Αυτή η διαδικασία ελέγχεται από μια ορμόνη η οποία παράγεται από την υπόφυση.

Έλλειψη Ιωδίου Η τυπική ασθένεια που οφείλεται σε έλλειψη ιωδίου είναι η βρογχοκήλη, η οποία χαρακτηρίζεται από διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα. Η διόγκωση αυτή προκαλείται από την προσπάθεια του θυρεοειδούς αδένα να παράγει περισσότερη θυροξίνη για να αντιμετωπίσει την έλλειψη ιωδίου.
Σε σοβαρές περιπτώσεις έλλειψης προκαλείται κρετινισμός, με περιορισμένη εγκεφαλική ανάπτυξη και διανοητική καθυστέρηση.
Η έλλειψη ιωδίου είναι σπάνια στη Μεγάλη Βρετανία, διότι γίνεται κατανάλωση τροφίμων που αναπτύσσονται στο έδαφος από όλο τον κόσμο. Επίσης, κάποιες χώρες προσθέτουν ιώδιο στο μαγειρικό αλάτι όπως συμβαίνει και στη χώρα μας.
Ανώτατο ασφαλές επίπεδο για ημερήσιο συμπλήρωμα = 500μg
Συνιστώμενη Ημερήσια Δόση (Recommended Daily Allowance, RDA) = 150μg
Το ιώδιο υπό τη μορφή φυκιού μπορεί να λαμβάνεται για να διεγείρει έναν ελαφρώς αδρανή θυρεοειδή αδένα που δεν δικαιολογεί τη χρήση φαρμακευτικής αγωγής (1).
Συνήθως, το ιώδιο περιλαμβάνεται σε μικρές ποσότητες στις συνθέσεις πολυβιταμινών και μετάλλων, που είναι κατάλληλες για όλα τα υγιή άτομα.

Υπερβολική δόση Ιωδίου Οι υψηλές δόσεις ιωδίου μπορούν να προκαλέσουν έναν υπερδραστήριο θυρεοειδή αδένα, αλλά ελάχιστες περιπτώσεις τοξικότητας έχουν αναφερθεί σε άτομα που καταναλώνουν λιγότερο από 5000mg ημερησίως. Παρόλα αυτά, μπορεί να παρατηρηθούν παροδικές ελαφρές επιδράσεις σε άτομα με έλλειψη που λαμβάνουν μόνο 150-200mg ημερησίως. Σε φυσιολογικά άτομα με δόση ιωδίου 1000-2000mg ημερησίως εμφανίζεται αύξηση της ποσότητας του ιωδίου στο θυρεοειδή αδένα, αλλά όχι περαιτέρω μεταβολές.

Scroll to Top