Ο Σακχαρώδης Διαβήτης (ΣΔ) είναι μία χρόνια πάθηση που αποτελεί ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο της παγκόσμιας ιατρικής κοινότητας. Χαρακτηρίζεται από χρόνια υπεργλυκαιμία, δηλαδή αύξηση της γλυκόζης αίματος.
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 1 (ΣΔ1) ή Ινσουλινοεξαρτώμενος Σακχαρώδης Διαβήτης είναι μία πάθηση που εμφανίζεται σε μικρές ηλικίες, γι’ αυτό και είναι γνωστός και ως ¨νεανικός¨ διαβήτης.
Είναι μια από τις συχνότερες ασθένειες της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, αν και μπορεί να εμφανιστεί σπανιότερα και σε μεγαλύτερες ηλικίες.
Η συχνότητα της ασθένειας στο σύνολό της στις ΗΠΑ είναι περίπου 24,3 περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα το χρόνο. Παρόλο που συχνότερα πρόκειται για περιπτώσεις Σακχαρώδους Διαβήτη τύπου 1, περίπου 15.000 ετησίως, είναι αξιοσημείωτη η αύξηση των περιπτώσεων του Σακχαρώδους Διαβήτη τύπου 2, περίπου 3700 ετησίως, κυρίως σε μεγαλύτερα παιδιά- εφήβους.
Ο επιπολασμός του Σακχαρώδους Διαβήτη τύπου 1 έχει μεγάλη διακύμανση στα διάφορα μέρη του κόσμου. Για παράδειγμα η ετήσια επίπτωση στην Κίνα είναι 0,61 περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα, έναντι της Φιλανδίας που είναι αντίστοιχα 41,1 περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα.
Aκόμα μπορεί να έχει μεγάλη διακύμανση και σε διαφορετικές περιοχές της ίδιας χώρας. Για παράδειγμα ενώ στην ηπειρωτική Ιταλία η επίπτωση της νόσου είναι 8,4 περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα – έτη, στο νησί της Σαρδηνίας αυτή εκτοξεύεται στις 36, 9 περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα – έτη.
H συχνότητα της νόσου είναι διαφορετική αναλόγως τη φυλή, συχνότερη στους λευκούς, ενώ οι κινέζοι έχουν τη χαμηλότερη.
Tο φύλο παίζει σημαντικό ρόλο, παρατηρώντας ότι στους άνδρες είναι συχνότερη στις περιοχές με υψηλό επιπολασμό, ενώ στις γυναίκες είναι συχνότερη στις περιοχές με χαμηλό επιπολασμό.
Τέλος ο Σακχαρώδης Διαβήτης 1 μπορεί να διαγνωσθεί σε οποιαδήποτε ηλικία, όμως είναι συχνότερος στα παιδιά και τους εφήβους.
Σπάνια εμφανίζεται και σε πολύ μικρά παιδάκια μικρότερα του ενός έτους, και σε αυτά τα παιδιά θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί επειδή αυτά τα παιδιά έχουν το μεγαλύτερο κίνδυνο θνησιμότητας αν δεν γίνει έγκαιρα η διάγνωση.
Οι μεγάλες διαφορές που σημειώνονται σε διαφορετικές περιοχές του κόσμου, σε διαφορετικές φυλές, ηλικίες καθώς και φύλα, οφείλονται στην αιτιοπαθογένεια του Σακχαρώδους Διαβήτη τύπου 1 , που συνδέεται με την παρουσία γενετικών παραγόντων ενώ πυροδοτείται από βλαπτικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Σαφείς ενδείξεις υποδηλώνουν μια γενετική προδιάθεση της νόσου, παρατηρώντας αύξηση της συχνότητας της νόσου σε μέλη της ίδιας οικογένειας.
Έχει παρατηρηθεί ότι η συχνότητα ανάπτυξης διαβήτη σε παιδιά με μητέρα που έχει διαβήτη είναι 2-3%. Αυτό το ποσοστό αυξάνεται στο 5-6% για παιδιά με πατέρα που έχει σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1. Ο κίνδυνος για τα παιδιά αυξάνεται σχεδόν στο 30% εάν και οι δύο γονείς είναι διαβητικοί.
Στα μονοζυγωτικά δίδυμα αν το ένα δίδυμο έχει νοσήσει με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1 το δεύτερο έχει 60% να αναπτύξει τη νόσο κατά τη διάρκεια της ζωής του. Αντιθέτως, τα διζυγωτικά δίδυμα έχουν μόνο 8% κίνδυνο αντιστοιχίας, κάτι που είναι παρόμοιο με τον κίνδυνο μεταξύ άλλων αδελφών.
Δεν αρκεί όμως μόνο η γενετική προδιάθεση για την ανάπτυξη και την εκδήλωση του Σακχαρώδους Διαβήτη τύπου 1, αλλά πολύ σημαντικό ρόλο παίζουν και οι διάφοροι περιβαλλοντικοί παράγοντες.
Οι πιο συνηθισμένοι είναι οι ιογενείς λοιμώξεις (ιός της ερυθράς, κάποιοι εντεροïοί), οι διατροφικές συνήθειες, όπως κάποιες πρωτεΐνες που βρίσκονται στο αγελαδινό γάλα (μικρότερη συχνότητα σε παιδιά που έχουνε θηλάσει κατά τη βρεφική ηλικία ) , οι νιτροζαμίνες (ουσίες που ανευρίσκονται σε καπνιστά τρόφιμα ή σε κάποια είδη νερού), η μειωμένη έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία (UV) και τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D.
Σπανιότερες αιτίες είναι η συγγγενής απουσία παγκρέατος, η παγκρεατική βλάβη (κυστική ίνωση, χρόνια παγκρεατίτιδα κ.α.), το σύνδρομο Wolfram, οι χρωμοσωμικές διαταραχές ( σύνδρομο Down, Turner, Kleinefelter κ.α.).
Οι περισσότερες περιπτώσεις (95%) σακχαρώδους διαβήτη τύπου 1 είναι αποτέλεσμα περιβαλλοντικών παραγόντων που αλληλεπιδρούν με ένα γενετικά ευαίσθητο άτομο. Αυτή η αλληλεπίδραση οδηγεί στην ανάπτυξη αυτοάνοσης νόσου που κατευθύνεται στα κύτταρα που παράγουν ινσουλίνη των παγκρεατικών νησίδων του Langerhans. Δηλαδή ο οργανισμός παράγει ειδικά αντισώματα με τα οποία επιτίθεται εναντίον των δικών του κυττάρων του παγκρέατος που παράγουν την ινσουλίνη, αναγνωρίζοντάς τα ως ξένα και τα καταστρέφει. Αυτά τα κύτταρα καταστρέφονται προοδευτικά, με ανεπάρκεια ινσουλίνης που συνήθως αναπτύσσεται μετά την καταστροφή του 90% των νησιδίων.
Όταν πια έχει επέλθει η καταστροφή των β-κυττάρων του παγκρέατος που είναι υπεύθυνα για την παραγωγή της ινσουλίνης, η τελευταία έχει εξαφανισθεί ολοσχερώς από τον οργανισμό με αποτέλεσμα την τεράστια αύξηση της γλυκόζης στο αίμα.
Η γλυκόζη που είναι το κυρίως καύσιμο των κυττάρων του οργανισμού αδυνατεί να εισέλθει στα κύτταρα εν απουσία ινσουλίνης, με αποτέλεσμα να παραμένει και να συσσωρεύεται στο αίμα.
Τότε ξεκινά η έντονη και χαρακτηριστική κλινική συμπτωματολογία που συνήθως οδηγεί και στη διάγνωση της ασθένειας : πολυουρία, πολυδιψία, ξηροστομία, απώλεια σωματικού βάρους, αφυδάτωση, κοιλιακό άλγος, ναυτία ή/και έμετοι αδυναμία και καταβολή δυνάμεων, υπνηλία , διαταραχές επιπέδου συνείδησης, ταχυκαρδία, υπόταση και σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και κώμα.
Οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 χρειάζονται ινσουλίνη για να ζήσουν και μόλις διαγνωσθεί η ασθένεια και ξεκινήσουν την αγωγή τους με ινσουλίνη, ελαττώνονται σιγά- σιγά τα συμπτώματα, επανέρχεται η ευγλυκαιμία και αποκαθίσταται η υγεία του ασθενούς.
Το μεγάλο στοίχημα στην αντιμετώπιση της ασθένειας είναι η σωστή γλυκαιμική ρύθμιση για όσα περισσότερα χρόνια γίνεται ώστε να αποφευχθούν τόσο οι οξείες επιπλοκές ( διαβητική κετοξέωση ή υπογλυκαιμία) όσο και οι χρόνιες επιπλοκές της ασθένειας ( υπέρταση, καρδειαγγειακά συμβάμματα, χρόνια νεφρική νόσος, αμφιβληστροειδοπάθεια, καταρράκτης, αυτόνομη νευροπάθεια, μολύνσεις κ.α.).
Βασική προϋπόθεση της σωστής αντιμετώπισης του Σακχαρώδους Διαβήτη τύπου 1 είναι η σωστή ενημέρωση καθώς και η σωστή εκπαίδευση από το θεράποντα Ενδοκρινολόγο.
Η εκπαίδευση είναι μια συνεχής διαδικασία που περιλαμβάνει το παιδί αλλά και όλη την οικογένεια, έτσι ώστε αφενός να γίνει αποδεκτή η ασθένεια σε όλους και αφετέρου να ενταχθεί στην καθημερινότητα της οικογένειας με τον λιγότερο τραυματικό για το παιδί τρόπο.
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 1 είναι μια χρόνια νόσος, με την οποία ένα παιδί έχοντας μια άριστη γλυκαιμική ρύθμιση θα μπορεί να ζήσει μια φυσιολογική ζωή όπως όλα τα παιδιά της ηλικίας του, χωρίς κανένα περιορισμό τόσο στη διατροφή του, όσο και στις δραστηριότητές του και γενικότερα θα μπορεί να έχει μια άριστη ποιότητα ζωής.
Το παιδί με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1 είναι ένα φυσιολογικό παιδί, που μπορεί να κάνει τα πάντα όπως όλα τα παιδιά της ηλικίας του με τη μόνη διαφορά ότι χρειάζεται την ινσουλίνη.
Εν κατακλείδι, ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 1 αποτελεί μια μεγάλη μάστιγα της εποχής μας.
Είναι λοιπόν μείζονος σημασίας να γίνεται εκστρατεία ενημέρωσης των πολιτών από όλους μας για τις βλαβερές του συνέπειες.
Είναι πολύ σημαντικό να λαμβάνονται ειδικά υγιεινοδιαιτητικά μέτρα πρόληψης της νόσου, ενώ σε περίπτωση διάγνωσης Σακχαρώδους Διαβήτη τύπου 1 έχουμε πλέον στη φαρέτρα μας σημαντικά εργαλεία για την έγκαιρη και αποτελεσματική καταπολέμησή του.
Και μην ξεχνάμε πως το σημαντικότερο όλων για την αντιμετώπισή του είναι η καλή συνεργασία του ασθενούς με το θεράποντα Ενδοκρινολόγο του.